buraco - ορισμός. Τι είναι το buraco
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:     

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι buraco - ορισμός

PÁGINA DE DESAMBIGUAÇÃO DE UM PROJETO DA WIKIMEDIA

Buraco         
m.
Orifício, pequena abertura.
Cova, barranco.
Toca, pequena casa.
Lacuna, falta: com aquelles poucos ganhos sempre se taparam uns buracos.
(Do ant. alt. al. bora)
buraco         
sm
1 Furo, orifício.
2 Pequena abertura, geralmente circular.
3 Cavidade.
4 Cova, toca.
5 Casa muito pequena.
6 Lacuna, falta.
7 Certo jogo de cartas.
8 Diferença muito grande entre dois parelheiros correndo; boqueirão
B. de Galeno: comunicação, existente na vida fetal, entre as aurículas cardíacas esquerda e direita
B. soturno: caverna, gruta, furna, lapa
Tapar buracos: acudir a pequenas necessidades; preencher faltas; pagar pequenas dívidas.
Buraco         
* Buraco (jogo de cartas) — jogo carteado semelhante à canastra

Βικιπαίδεια

Buraco


Buraco pode referir-se a:

  • Buraco (jogo de cartas) — jogo carteado semelhante à canastra
  • Buraco (semicondutores) — região quântica numa rede cristalina de material semicondutor